Share |

Δευτέρα 27 Δεκεμβρίου 2010

Γιανναράς Χρήστος - Οι ανέορτοι διαχειριστές της Γιορτής


Link to Χρῆστος ΓιανναρᾶςΗ θρησκειοποίηση του εκκλησιαστικού γεγονότος μοιάζει να κυριαρχεί στον ελληνικό χώρο σήμερα. Να θυμίσω: η θρησκεία είναι γέννημα της ατομοκεντρικής φύσης του ανθρώπου, ανάγκη ορμέμφυτη, ενστικτώδης. Γεννάει την ανάγκη ο πανικός μπροστά στο αίνιγμα του θανάτου, η αοπλία του ανθρώπου απέναντι στο «κακό»: στην αδικία, στο μίσος, στην ιδιοτέλεια του «άλλου», στην αρρώστια, στη φθορά, στον κίνδυνο. Κακεντρεχής, ίσως, όμως αποκαλυπτική η παρατήρηση ότι «μέσα σε ένα αεροπλάνο που μπαίνει σε ζώνη αναταράξεων, δεν υπάρχει κανένας άθεος»!

Η Εκκλησία εμφανίστηκε στην Ιστορία ως άρνηση των όρων της ορμέμφυτης αναγκαιότητας, στους αντίποδες της θρησκείας. Δεν είναι θωράκιση του εγώ, είναι «κοινόν άθλημα», μετοχή σε αγώνισμα αλλαγής του «τρόπου της ύπαρξης». Οχι αλλαγής της συμπεριφοράς και ηθικοποίησης του χαρακτήρα, στόχος είναι να αλλάξει ο τρόπος που υπάρχει ο άνθρωπος.

Η λέξη είχε χρησιμοποιηθεί από τους Ελληνες για να δηλώσει τον «δήμο» ως «πόλη»: τη μετάβαση από την «κοινωνίαν της χρείας» στην «κοινωνίαν του αληθούς». Η Εκκλησία του Δήμου δεν ήταν απλώς μια συνέλευση για ανταλλαγή γνωμών και απόψεων, ήταν πριν από κάθε τι άλλο, γεγονός πραγμάτωσης και φανέρωσης της «πόλεως», ενός άλλου τρόπου ύπαρξης και συνύπαρξης:

Ολόκληρο το άρθρο ...

Οι ανέορτοι διαχειριστές της Γιορτής
Posted: 24 Dec 2010 11:18 AM PST
Η θρησκειοποίηση του εκκλησιαστικού γεγονότος


Τετάρτη 1 Δεκεμβρίου 2010

Μεταλληνος Γεώργιος (π.)- Εκκλησία και Εξουσία,

Από το περιοδικό «ΡΕΣΑΛΤΟ», τεύχος-2, Ιανουάριος 2006



1. Στην Εκκλησία, ως Σώμα Χριστού, αναγνωρίζεται ο θεόσδοτος χαρακτήρας της εξουσίας, «ίνα μη ο κόσμος εις ακοσμίαν εμπέση» (Ισίδωρος Πηλουσιώτης, 5ος αι. Ε.Π. 78, 657), ελέγχεται όμως συχνά η πτωτική κατανόηση και χρήση της. Γι’ αυτό υπογραμμίζεται η σχετικότητα και ο πνευματικός της χαραχτήρας για την Εκκλησία (πρβλ. Α’ Κορ. 9, 12. Β’ Κορ. 10, 8. Β’ Θεσσ. 3, 9 κ.α.).

Στην Κ.Δ. φανερώνεται, εξ άλλου, η δαιμονικότητα της εξουσίας του κόσμου (πρβλ. το διάλογο του Χριστού με τον Πιλάτο – Ιωάν. 18, 28 ε.) και προβάλλεται ο διακονικός και απελευθερωτικός χαραχτήρας της «εξουσίας» του Χριστού (Ματθ. 10, 1 και παράλλ., 28, 18 κ.ά.).

Παράλληλα, γίνεται δεκτός ο πρωτογενής χαρακτήρας της πολιτικής εξουσίας (Ρωμ. 13), ενώ δια του Χριστού καθορίζεται και η στάση απέναντί της με το γνωστό λόγιο «απόδοτε τα καίσαρος καίσαρι κα τα του θεού τω θεώ» (Ματθ. 22,21), που δείχνει την ιεράρχηση των δύο εξουσιών και τη διαφοροποίησή τους, αφού, αν το νόμιμο ανήκει στον καίσαρα, ο άνθρωπος ως εικόνα του Θεού ανήκει ολόκληρος στο Θεό, ως νόμισμα όχι αυτοκρατορικό, αλλά θείο.

Η αποστολική πράξη –τέλος- εγκαινιάζει και τη δυνατότητα αντιστάσεως (ή έστω αρνήσεως υποταγής) στη δαιμονοποιημένη εξουσία («πειθαρχείν δει Θεώ μάλλον ή ανθρώποις», Πραξ. 5, 29).

2. Η πατερική ποιμαντική αντιμετωπίζει το πρόβλημα της εξουσίας, αλλ’ ως «ιατρείου πνευματικού» -θεραπευτηρίου δηλαδή της ανθρώπινης υπάρξεως- για την υπέρβαση των θρησκευτικών σχέσεων και τη μεταμόρφωση του ανθρώπου σε «ναό Θεού».

Μόνο πατερικά η Εκκλησία διασώζει το σκοπό της, που είναι η πρόσληψη σύνολης της ζωής του ανθρώπου και του κόσμου για τη μεταμόρφωσή της σε ευχαριστία και κοινωνία.

Η Εκκλησία ως «σαγήνη» (Ματθ. 13, 47) ή «αγρός» (13, 20) προσλαμβάνει όλο το φάσμα της ανθρώπινης ζωής (θεσμούς, οργάνωση της κοινωνίας, πολιτική), για να τα εκκλησιοποιήσει, να τα νοηματοδοτήσει εν Χριστώ, εγκεντρίζοντάς τα στο κυριακό σώμα.

Αυτό εκφράζει πανηγυρικά ο μεγάλος εκκλησιαστικός ποιητής Ρωμανός ο Μελωδός (6ος αι.), μεταπλάθοντας το «μαθητεύσατε πάντα τα έθνη» του Ματθαίου (18,19) σε : «μαθητεύσατε έθνη και βασιλείας», που σημαίνει: εκκλησιοποιήσατε τα έθνη με όλη την πολιτειακή δομή τους.

Στο εκκλησιαστικό σώμα ενεργοποιείται μια ιδιότυπη εξουσία, διαμορφούμενη στα όρια της ευχαριστιακής σύναξης και ασκούμενη μέσω του μυστηρίου της ιερωσύνης.

Η «ιεραρχημένη πολλαπλότητα», της εν Χριστώ κοινωνίας αποτρέπει την απολυτοποίησή της, αφού όλων των δομών του εκκλησιαστικού σώματος υπέρκειται η σύνοδος. Όπως επεσήμανε δε ήδη ο μεγάλος ιστορικός Henry Gregoire, η Ορθόδοξη Εκκλησία διετήρησε τον δημοκρατικότερο τρόπο υπάρξεως, επιτυγχάνοντας μέσω του επισκοπικού συστήματος τη μεγαλύτερη δυνατή αποκέντρωση και μέσω της συνοδικότητας τη δυνατότητα συλλογικής εκφράσεως.

Όταν σώζεται η πατερικότητα, η εκκλησιαστική εξουσία παραμένει πνευματική και αυτό εκφράζει ένας λόγος του ιερού Χρυσοστόμου (Ε.Π. 61, 527), για να ελέγξει ασφαλώς υπερβάσεις και καταχρήσεις, όχι ασυνήθεις στην πτωτικότητά μας: «Ουκ έστιν (στην Εκκλησία) αρχόντων τύφος, ουδέ αρχομένων δουλοπρέπεια, αλλ’ αρχή πνευματική, τούτω μάλιστα πλεονεκτούσα, τω το πλέον των πόνων, ου τω τας τιμάς πλείους επιζητείν». Και αυτό, διότι «… πρόβατα και ποιμένες προς την ανθρωπίνην εισί διαίρεσιν, προς δε τον Χριστόν πάντες πρόβατα» (Ε.Π. 52, 784). Όλο το σώμα δεν είμεθα παρά πρόβατα του μόνου αληθινού Ποιμένος, του Χριστού, και «σύνδουλοι» ενώπιόν Του (Ματθ. 18,33).

Ο ρόλος της εκκλησιαστικής εξουσίας είναι όχι τιμωρητικός, αλλά θεραπευτικός (από τη νόσο της αμαρτίας), προληπτικός, φιλάνθρωπος και διακονητικός. Σε τελευταία ανάλυση και αυτή η πολιτική εξουσία, στην αυθεντική εκκλησιαστική παράδοση, έχει διακονικό-υπηρετικό χαραχτήρα (υπουργός=διάκονος).

Η ενεργός, εξ άλλου, παρουσία της Εκκλησίας στον κοινωνικό χώρο, κατά την ορθόδοξη παράδοση, δεν συνιστά υπέρβαση ορίων, αφού η Εκκλησία δεν νοείται ως «ιερατείο», αλλά ως σώμα και πλήρωμα ζωής, ενώ η κοινωνία σύνολη είναι ο χώρος της μαρτυρίας του ευαγγελισμού της. Και σ’ αυτό ανταποκρίνεται, ήδη από τους πρώτους αιώνες, ο λαός που αποδέχεται θετικά την εκκλησιαστική διακονία. Είναι σαφής εδώ η διαπίστωση του Στ. Ράνσιμαν, ότι στο Βυζάντιο και το Μεταβυζάντιο, ουδέποτε υπήρξε χάσμα ανάμεσα στο λαό και τον παπά του.

Δίκαια, βέβαια, ο καθηγητής Σ. Αγουρίδης έχει επισημάνει («Ορθόδοξη Ελληνική Εκκλησία και κοινωνία σήμερα») ότι πάντα ελλοχεύει ο κίνδυνος «από τάσεις προς απόκτηση υπερ-εξουσιών και από ψευδο-πνευματικές φαντασιώσεις». Γι’ αυτό μαζί με την αυθεντικότητα συμπορεύεται και μια παθολογία της εκκλησιαστικής εξουσίας, που καταντά κακέκτυπη αντιγραφή της κοσμικής εξουσίας.

Εδώ εντοπίζεται το πρόβλημα της εκκοσμικεύσεως και θεσμοποιήσεως της Εκκλησίας, που συμπορεύονται ιστορικά. Σε κάποιες εκφράσεις και πραγματώσεις του ο Χριστιανισμός, στα πρόσωπα των φορέων του φυσικά, ιδεολογικοποιείται και θρησκειοποιείται. Με την επικράτηση της «μυστηριολογικής ευσέβειας» ο επίσκοπος γίνεται ένα είδος αρχιερέα της κρατικής θρησκείας (π.χ. από τον δ΄ αι.: “Das Konstantinische Zeitalter”), η συγκεντρούμενη δε στα χέρια των επισκόπων δύναμη γίνεται συχνά εξουσιαστική και ανταγωνιστική προς εκείνη της Πολιτείας.

Βέβαια, πρέπει να λεχθεί, ότι το πρόβλημα εδώ δεν είναι η πολιτική θεσμοποίηση της Εκκλησίας, αλλ’ η απώλεια του σκοπού υπάρξεώς της. Τότε η προτεραιότητα των επιλογών μετατοπίζεται από το υπερβατικό στις ενδοκοσμικές σκοπιμότητες, για τις οποίες χρησιμοποιείται η κοσμική εξουσία.

Η θεσμοποίηση της εκκοσμικεύσεως συνέβη καθολικά στη Δύση και μερικά στην Ανατολή, κυρίως από τον 19ο αιώνα, μολονότι στην «καθ’ ημάς ανατολή» οι ιστορικές συνθήκες δεν επέτρεψαν ποτέ την κρατικοποίηση της Εκκλησίας, αλλ’ αντίθετα την πολιτειοκρατία προτεσταντικού τύπου δια των Βαυαρών και του πραξικοπηματικού αυτοκεφάλου του 1833. Όπου, μάλιστα, η Εκκλησία ως ιεραρχία, αποβαίνει εξουσιαστική δύναμη, όπως στον Παπισμό, βρίσκεται συνεχώς σε μιαν αντιπαλότητα προς την πολιτική εξουσία.

Ορθά δε επισημαίνει ο καθηγ. Χρ. Γιανναράς (Αλήθεια και ενότητα της Εκκλησίας, 1977, σ. 137), ότι η επιδίωξη επιβολής των «χριστιανικών αρχών» για την ηθικοποίηση της κοινωνίας είναι η πρώτη ιστορικά έκφραση ολοκληρωτισμού, που οδηγεί νομοτελειακά στη δογματοποίηση (προσοχή: αυτό σημαίνει απόδοση σωτηριολογικού χαρακτήρα) της “Plenitudo Potestatis” και της αλάθητης ηγεσίας.

Παρόμοιες τάσεις δεν λείπουν, βέβαια, και στην Ανατολή, αλλά έμειναν ευτυχώς «τάσεις», απορριπτόμενες ως πλάνη και αντιχριστιανικότητα.

Ο μοναχισμός, μάλιστα, ήδη από τον 4ο αιώνα, παραμένει ιδιαίτερα στην Ανατολή, έμπρακτη δυναμική διαμαρτυρία στην εκκοσμίκευση και αγώνας μόνιμος για τη συνέχεια του εκκλησιαστικού τρόπου υπάρξεως, της διακονικής δηλαδή μαρτυρίας της Εκκλησίας στον κόσμο.

Οι κανόνες, επίσης, της συνοδικής παραδόσεως αναδιαγράφουν συνεχώς τα όρια και την ποιότητα της εκκλησιαστικής μαρτυρίας, ώστε κάθε παρέκβαση να κρίνεται αυτόματα ως αντιεκκλησιαστική, δηλαδή αντιχριστιανική.

3. Οξύ όμως είναι και το πρόβλημα της αντιμετωπίσεως εκκλησιαστικά της δαιμονικής επάρσεως της κοσμικής εξουσίας, με τον απόλυτό της μάλιστα συχνά χαραχτήρα. Ο χριστιανός έχει συνείδηση, ότι δεν είναι απλά πολίτης του κόσμου, αλλά της ουράνιας βασιλείας. Το «πολίτευμά» του είναι «εν ουρανοίς» (Φιλιππ. 3, 20). Η διαχρονική επιβίωση αυτής της συνειδήσεως διακριβώνεται στον άγιο Κοσμά τον Αιτωλό (18ος αι.) στην αναφορά του στην «διπλή πατρίδα», τη «γήϊνη και ματαία» εδώ στη γη και την αιώνια «εν ουρανοίς». Ήδη τον β’ αι. ομολογείται (Προς Διόγνητον 5, 10), ότι «οι χριστιανοί πείθονται τοις κειμένοις νόμοις και (=αλλά) τοις ιδίοις βίοις νικώσι τους νόμους».

Η νομιμοφροσύνη, συνεπώς, του Χριστιανού δεν είναι καρπός της επιβολής της πολιτειακής εξουσίας, αλλά της ενοικούσης σ’ αυτόν χάριτος. Ως πολίτης της ουράνιας βασιλείας ο Χριστιανός είναι ελεύθερος από την κοσμική εξουσία, διότι η υποταγή του σ’ αυτήν, «εν οις εντολή Θεού μη εμποδίζηται» (Μ. Βασίλειος, Ε.Π. 31, 861), είναι σχετική και πρόσκαιρη, όπως αποδεικνύει διαιώνια το μαρτύριο, ως αντίσταση στην πολιτική τυραννία.

Ακόμη όμως σημαντικότερο είναι το πρόβλημα του εναγκαλισμού της Εκκλησίας με την πολιτειακή εξουσία, έστω και αν η τελευταία εμφανίζεται ως ορθόδοξη, όπως συνέβη σε μας από τον 19ο αιώνα.

Είναι γνωστά τα προβλήματα, που προκάλεσε ο όρος «επικρατούσα θρησκεία» (μεταφορά από τα Επτάνησα και μετάφραση των δυτικών Established Church, Chiesa Dominante). Η βαυαρική επιβολή του Staatskirchentum –όχι χωρίς αντίσταση φυσικά- οδηγεί στον εφοδιασμό της εκκλησιαστικής Ιεραρχίας (ας θυμηθούμε τον εντελώς αντορθόδοξο θεσμό της «αριστίνδην συνόδου», που εμφανίζεται σε κάθε ανώμαλη περίοδο του πολιτικού μας βίου), με εξουσίες, απλώς για την εξυπηρέτηση της Πολιτείας, οπότε στην ουσία λειτουργεί ως δέσμιά της (πρβλ. τα Ευαγγελικά, το ανάθεμα κατά του Βενιζέλου, την αποδοχή του νέου ημερολογίου κλπ.).

Ακόμη και στην περίπτωση του «χωρισμού» Εκκλησίας-Πολιτείας, η πολιτειοκρατία μπορεί να αποβεί ακόμη σκληρότερη και εξουθενωτικότερη, με τις ανοικτές πλέον πιέσεις της προς μια ανίσχυρη πια Ορθοδοξία.

4. Μόνο στην περίπτωση της ορθά (δηλαδή κατά τους ιερούς και τους πολιτειακούς κανόνες) λειτουργούσας συναλληλίας ή συμφωνίας (κατά το γράμμα και το πνεύμα του κρατούντος Συντάγματός μας) ο εκκλησιαστικός χώρος διακονεί το λαό και όχι το κράτος, συνεργαζόμενος όμως μαζί του (άρθρο 2 του Καταστ. Χάρτη της Εκκλησίας, 1975).

Εκκλησία και Πολιτεία στην ελληνορθόδοξη πολιτισμική παράδοση διακονούν τον ίδιο λαό, κάθε πλευρά με τον δικό της τρόπο. Η συναλληλία ως το μόνο σύμφωνο με την παράδοσή μας σύστημα σχέσεων, η τυχόν ανατροπή του οποίου θα επιφέρει καταστροφικές ρήξεις, συνιστά αλληλοπεριχώρηση των δύο πλευρών για τη διακονία του ίδιου λαού.

Μη λησμονούμε, εξ άλλου, ότι υπερβάσεις στη χρήση της εξουσίας στη δική μας παράδοση γίνονται κατά κανόνα από την πλευρά της Πολιτείας, που αυτονοηματοδοτείται μεταφυσικά. Στις περιπτώσεις αυτές συνήθως συντελείται καπήλευση της θρησκευτικής πίστεως για την επιβολή καισαροπαπισμού εν ονόματι του Θεού. Ο Εκκλησιαστικός χώρος στις περιπτώσεις αυτές εφαρμόζει μια διπλή στάση, που καθορίσθηκε προγραμματικά από τον Ευσέβιο Καισαρείας και Μ. Αθανάσιο (δ΄ αι.) και φθάνει ως σήμερα.

Η άρση της δυσλειτουργίας δεν επιτυγχάνεται με εισαγόμενες λύσεις, αλλά με την επανεκκλησιοποίηση (για τη δυτικίζουσα από τον 19ο αι. Πολιτεία μας: αναπαλαίωση) των νοοτροπιών.

Μια επιβαλλόμενη ενιαιοποίηση θα ισοπεδώσει τις πολιτισμικές παραδόσεις των μικρών λαών (εθνών), όπως έλεγε ο δάσκαλός μου στην Κολωνία Berthold Rubin (βυζαντινολόγος).

Μη λησμονούμε δε, ότι, αν «πολιτικά ανήκομεν εις την Δύσιν», πνευματικά ανήκομεν στην Ορθόδοξη Ανατολή και κάθε αλλαγή δεν μπορεί να γίνει ερήμην των άλλων Ορθοδόξων αδελφών μας και εις βάρος της Πανοθροδόξου ενότητας. Τη βούλησή του, άλλωστε, στο πρόβλημα αυτό έχει εκφράσει επανειλημμένα ο λαός μας με τις κατά καιρούς σφυγμομετρήσεις και κατ’ εξοχήν με τη στάση του στον «πολιτικό γάμο».

Η διατήρηση του συντάγματος, ως έχει, στα άρθρα 3 και 13, διακρατεί μεν την εθνική ταυτότητά μας, αλλά και λύει το πρόβλημα των αληθινών (και όχι κατασκευαζομένων) θρησκευτικών μειονοτήτων της χώρας μας. Η παρουσία δε της ελληνορθόδοξης παραδόσεως στα όρια της Ενωμένης Ευρώπης, ως μόνιμη υπόμνηση του ευρωπαϊκού παρελθόντος, θα βοηθεί την αξιολόγηση και αξιοποίηση των σχέσεων Εκκλησίας-Πολιτείας και στον ευρωπαϊκό χώρο, στα όρια της πλουραλιστικής αντιδόσεως και όχι μιας (επιδιωκόμενης από κάποιους) μονοδρομικής «μετακενώσεως».

Ο σεβασμός, λοιπόν, των «διακριτών ρόλων» Πολιτείας και Εκκλησίας, με βάση το Νόμο 590/1977, που είναι Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας μας, συμβάλλει στην αποφυγή άκαιρων αναστατώσεων και, προπάντων, διάσπασης της ενότητας του εθνικού σώματος, ιδιαίτερα αναγκαίας στην εποχή μας.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΚΑΙ ΕΔΩ:

Τετάρτη 27 Οκτωβρίου 2010

"Κάρτα του Πολίτη"


Πηγή: ΡΕΣΑΛΤΟ Κυριακή, 24 Οκτωβρίου 2010
 http://resaltomag.blogspot.com/2010/10/blog-post_1464.html 
 
Δύο ακόμα αστυνομικοί που υπηρετούν στη Θεσσαλονίκη σύμφωνα με δημοσίευμα του ethnos.gr έχουν αρνηθεί και αυτοί να παραλάβουν τις νέες υπηρεσιακές ταυτότητες για θρησκευτικούς λόγους ακολουθώντας το παράδειγμα του συναδέλφου τους και αναμένουν να κινηθεί πειθαρχική δίωξη εναντίον τους, ενώ ένας τρίτος αποχώρησε οικειοθελώς από την ΕΛ.ΑΣ. πριν από έναν μήνα, υποστηρίζοντας πως το έκανε «για να μην υποστώ όσα υπέστη ο συνάδελφος στην Αθήνα, που παραπέμπεται με το ερώτημα της απόταξης για τον ίδιο λόγο»,είπε....

Ο απόστρατος πλέον Αναστάσιος Θεοδωρίδης που βλεπετε στο βιντεο
http://www.youtube.com/watch?v=sEH8Jn8mwcA που υπηρετούσε στο αστυνομικό τμήμα Σταυρούπολης Θεσσαλονίκης, είναι ιδρυτής και πρόεδρος του Ορθόδοξου Αγωνιζόμενου Συλλόγου «Αγιος Βασίλειος», που έχει πρωτοστατήσει στον «πόλεμο» κατά των ηλεκτρονικών ταυτοτήτων με barcode, ταυτίζοντάς το με τον αριθμό 666 του Αντίχριστου. «Είμαστε βαπτισμένοι στο όνομα της Αγίας Τριάδας με όνομα και επίθετο και δεν είναι δυνατό να περιθωριοποιείται το όνομά μας, ούτε να αριθμοποιηθούμε και να υπάρχουν στην ταυτότητά μας κρυπτογραφημένα σύμβολα που δεν είναι ορατά διά του οφθαλμού», είπε στο «Εθνος» υποστηρίζοντας πως οι ίδιοι οι κατασκευαστές ηλεκτρονικών καρτών έχουν συνδέσει το barcode με τον αριθμό 666.

Οι δύο αστυφύλακες, που υπηρετούν στο Αστυνομικό Τμήμα Λευκού Πύργου και έχουν επίσης αρνηθεί να παραλάβουν τις ταυτότητες, είναι μέλη του ίδιου συλλόγου. «Είναι άνθρωποι οικογενειάρχες, με παιδιά, από λαϊκές οικογένειες και θρησκευόμενοι. Υπηρετούν στην ΕΛ.ΑΣ. 10 και 11 χρόνια. Δεν έχει κινηθεί ακόμα πειθαρχική διαδικασία εναντίον τους αλλά περιμένουν τη σειρά τους», είπε ο κ. Θεοδωρίδης, ο οποίος γνώριζε για την πειθαρχική δίωξη του συναδέλφου του στην Αθήνα, με 19 χρόνια υπηρεσίας, που παραπέμφθηκε με το ερώτημα της απόταξης.

Η Ενωση Αστυνομικών Υπαλλήλων Θεσσαλονίκης απέστειλε ερώτημα στο Αρχηγείο της ΕΛ.ΑΣ. για το θέμα, ύστερα από επιφυλάξεις πολλών μελών της.

«Πολλοί συνάδελφοι ανησυχούσαν για προσβολή των θρησκευτικών τους πεποιθήσεων και ρωτήσαμε υπηρεσιακά. Πήραμε την απάντηση ότι έχει μόνο "ένα μαγνητάκι για την αναγνώριση του κατόχου!" και δεν έχει καμία σχέση με αυτές τις ανησυχίες», είπε στο «Εθνος» ο γενικός γραμματέας της Ενωσης, Θ. Παπαδάκης.- Ωραία απάντηση ομολογουμένως!

Η επιβολή πάντως της σατανικής «κάρτας του πολίτη», έχει ξεκινήσει ήδη από τα Σώματα Ασφαλείας και τις Ένοπλες Δυνάμεις όπου τα περθώρια αντίδρασης είναι μικρά.Κι όλα αυτά γίνονται σε συνεργασία με καριερίστες ένστολους, οι οποίοι απλά συντάσσονται με αποφάσεις παράνομες και αντισυνταγματικές.Η «κάρτα του πολίτη», που από το τέλος του 2011 θα αντικαταστήσει τα δελτία ταυτότητας και σύμφωνα με τις μέχρι τώρα προθέσεις της Πολιτείας υποχρεωτική(ενσωματώνοντας πολύ περισσότερες πληροφορίες...) φέρει μαγνητική ταινία που περιέχει απόρρητα στοιχεία του κατόχου της, στοιχεία όμως που αυτός δεν ξέρει ότι περιέχονται στην επίμαχη «κάρτα». Η τελευταία, ήδη αναγνωρίζεται από τα μηχανήματα στο αεροδρόμιο.

Ζούμε δυστυχώς εν μέσω μιάς πρωτοφανής κρίσης σε μια χώρα όπου οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί πλέον διώκονται και επίσημα. Κάποιοι θέλουν να μας οδηγήσουν μάλλον σε κατακόμβες και πάλι.Όσοι δεν υποκύπτουν στα κελεύσματα του συστήματος, διώκονται και περιθωριοποιούνται μέχρι εξόντωσης.

Η επίσημη Εκκλησία πρέπει να λάβει θέση άμμεσα,πάντως μέχρι τότε όλοι μας οφείλουμε να αντισταθούμε και να προβαίνουμε κάθε μέρα ηχηρά σε ομολογία πίστεως ενημερώνοντας όσους μπορούμε.Και θα βγούμε νικητές,ήδη η αρχή έγινε,απο Ορθόδοξα παλλικάρια της Ελληνικής Αστυνομίας και αν κάποιοι ελπίζουν οτι εδώ θα σταματήσει η αντίσταση και όλοι θα συμμορφωθούν στο μεγάλο Σατανικό αφεντικό της Νέας Παγκόσμιας τάξης τους περιμένουν πολλές εκπλήξεις διότι αυτή η χώρα είναι χώρα ηρώων Αγίων και Μαρτύρων ποτισμένη απο το αίμα ανθρώπων που πάλεψαν για την Πίστη και τη ν Ελευθερία και θα συνεχίσει να είναι ΕΛΛΗΝΙΚΗ και ΟΡΘΟΔΟΞΗ.

Τέλος εκφράζουμε την συμπαράσταση μας στους εν διωγμώ Ορθόδοξους αδερφούς μας αστυνομικούς διαμαρτυρόμαστε εντονότατα προς την ηγεσία της ΕΛ.ΑΣ. ζητώντας άμμεση ανάκληση αυτών των αντισυνταγματικών και αντιχριστιανικών αποφάσεων ενώ θα παρακολουθούμε στενά το θέμα διότι κατα την διαίσθηση μας προβλέπονται εξελίξεις και κινητοποιήσεις...