Share |

Κυριακή 2 Ιανουαρίου 2011

Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΚΡΙΣΗ

Η Ιεραρχία της Έκκλησίας τής Έλλάδος, η όποία συνήλθε στήν τακτική Συνε­δρία της άπό 5ης – 8ης Οκτωβρίου τ.έ., αισθά­νεται τήν ανάγκη νά άπευθυνθεί στό πλήρωμά της, στό λαό του θεού, άλλά καί σέ κάθε καλοπροαίρετο άνθρωπο, γιά νά μι­λήσει μέ τή γλώσσα τής άλήθειας καί τής άγάπης.
Οι ημέρες πού ζούμε είναι δύσκολες καί κρίσιμες. Περνάμε ως χώρα μιά δεινή οικο­νομική κρίση πού δημιουργεί στούς πολλούς άνασφάλεια καί φόβο. Δεν γνωρίζου­με τί είναι αύτό πού μάς έρχεται τήν επόμενη μέρα. Ή χώρα μας φαίνεται νά μήν είναι πλέον έλεύθερη άλλά νά διοικείται έπί τής ούσίας άπό τούς δανειστές μας. Γνωρίζουμε ότι πολλοί περιμένετε άπό τήν ποιμαίνουσα Εκκλησία νά μιλήσει καί νά τοποθετηθεί πάνω στά γεγονότα πού παρακολουθούμε.
Είναι άλήθεια ότι αύτό πού συμβαίνει στήν πατρίδα μας είναι πρωτόγνωρο καί συ­νταρακτικό. Μαζί μέ τήν πνευματική, κοινω­νική καί οικονομική κρίση συμβαδίζει καί ή πάσης φύσεως άνατροπή. Πρόκειται γιά προσπάθεια έκρίζωσης καί έκθεμελίωσης πολλών παραδεδομένων, τά όποια ως τώ­ρα θεωρούνταν αύτονόητα γιά τή ζωή του τόπου μας. Από κοινωνικής πλευράς έπιχειρείται μιά άνατροπή δεδομένων καί δι­καιωμάτων καί μάλιστα μέ ένα πρωτοφανές έπιχείρημα. Τά άπαιτούν τά μέτρα αύτά οί δανειστές μας. Δηλώνουμε δηλαδή ότι είμαστε μιά χώρα ύπό κατοχή καί έκτελούμε έντολές τών κυριάρχων - δανειστών μας. Τό ερώτημα, τό όποιο γεννάται, είναι έάν οι άπαιτήσεις τους άφορουν μόνον σέ οικονομικά καί άσφαλιστικά θέματα ή άφο­ρούν καί στήν πνευματική καί πολιτιστική φυσιογνωμία τής Πατρίδος μας.
Μπροστά στήν κατάσταση αύτή ό κάθε λογικός άνθρωπος διερωτάται: Γιατί δέν πή­ραμε νωρίτερα όλα αύτά τά δύσκολα μέ­τρα, πού σήμερα χαρακτηρίζονται άναγκαία. "Ολες αύτές τίς παθογένειες τής κοινωνίας καί τής οίκονομίας πού σήμερα επι­χειρούμε μέ βίαιο τρόπο νά άλλάξουμε, γιατί δέν τίς άλλάξαμε στήν ώρα του; Γιατί έπρεπε νά φθάσουμε ώς έδώ; Τά πρόσωπα στήν πολιτική σκηνή του τόπου μας είναι, έδώ και δεκαετίες, τα ίδια. Πώς τότε υπολό­γιζαν τό πολιτικό κόστος, γνωρίζοντας ότι όδηγούν τή χώρα στή καταστροφή καί σή­μερα αισθάνονται άσφαλείς, γιατί ενεργούν ώς εντολοδόχοι; Σήμερα γίνονται ριζικές άνατροπές γιά τίς όποίες άλλοτε θά άναστατωνόταν όλη ή Ελλάδα καί σήμερα επιβάλ­λονται χωρίς σχεδόν άντιδράσείς.
Ή οικονομική μας κρίση μέ πολύ άπλά λόγια οφείλεται στή διαφορά μεταξύ παραγωγής καί κατανάλωσης. Στόν άργό ρυθμό τής παραγωγής πού επιτυγχάνουμε άπέναντι στό ύψηλό βιοτικό επίπεδο πού μάθαμε νά ζούμε. Όταν όσα καταναλώνουμε είναι πολύ περισσότερα άπό όσα παράγουμε, τό­τε τό οικονομικό ισοζύγιο γέρνει πρός τήν πλευρά τών εξόδων. Ή χώρα μας γιά νά άντεπεξέλθει, άναγκάζεται νά δανείζεται μέ τήν έλπίδα ότι τό διαταραγμένο ισοζύγιο θά ανακάμψει. Όταν αύτό δέν γίνεται καί οί δανειστές άπαιτούν τήν έπιστροφή τών δανεισθέντων σύν τόκω, τότε φθάνουμε στήν κρί­ση καί στήν χρεωκοπία. Ή οικονομική κρί­ση, ή όποία ταλαιπωρεί καί δυναστεύει τή χώρα μας είναι ή κορυφή τοΰ παγόβουνου. Είναι συνέπεια καί καρπός μιάς άλλης κρίσης, τής πνευματικής.
Ήδη ή δυσαναλογία μεταξύ παραγωγής καί κατανάλωσης συνιστά όχι μόνον οικο­νομικό μέγεθος, άλλά πρωτίστως πνευματι­κό γεγονός. Σημείο πνευματικής κρίσης, τό όποιον άφορα τόσο στήν ηγεσία, όσο καί στόν λαό. Μιά ήγεσία πού δέν μπόρεσε νά σταθεί ύπεύθυνα άπέναντι στό λαό, πού δέν μπόρεσε ή δέν ήθελε νά μιλήσει τή γλώσσα τής άλήθειας, πού πρόβαλε λαθεμένα πρό­τυπα, πού καλλιέργησε τίς πελατειακές σχέσεις, μόνο καί μόνο γιατί είχε ώς στόχο τήν κατοχή καί τή νομή τής έξουσίας. Μιά ήγε­σία πού στήν πράξη άποδεικνύεται ότι ούσιαστικά ύπονόμευσε τά πραγματικά συμφέροντα τής χώρας καί του λαού.
Κι άπό τήν άλλη πλευρά, ένας λαός, έμείς, πού λειτουργήσαμε άνεύθυνα. Παραδοθή­καμε στήν εύμάρεια, στόν εύκολο πλουτι­σμό καί στήν καλοπέραση, έπιδοθήκαμε στό εύκολο κέρδος καί στήν εξαπάτηση. Δέν προβληματισθήκαμε γιά τήν άλήθεια τών πραγμάτων. Ή αύθαίρετη άπαίτηση δικαιω­μάτων άπό συντεχνίες καί κοινωνικές όμάδε; μέ πλήρη άδιαφορία γιά τήν κοινωνική συνοχή συνετέλεσαν κατά ένα μεγάλο μέρο; στήν σημερινή κατάσταση.
Ή ούσία της Πνευματικής Κρίσης είναι ή άπουσία νοήματος ζωής καί ό έγκλωβισμός τού άνθρώπου στό εύθύγραμμο παρόν, δη­λαδή ό έγκλωβισμός του στό έγωκρατούμενο ένστικτο. "Ενα παρόν χωρίς μέλλον, χωρίς όραμα. "Ενα παρόν καταδικασμένο στό άνιαρό καί μονότονο. Ή μετατροπή τής ζωής σ' ένα χρονικό διάστημα άνάμεσα σέ δύο ήμερομηνίες, αύτές, τής γέννησης καί τής ταφής, μέ άγνωστο τό μεταξύ τουςδ διάστη­μα. Σέ μιά τέτοια προοπτική τό άσκοπο συναγωνίζεται τό παράλογο καί τόν άγώνα τόν κερδίζει πάντα τό τραγικό. Όταν άπευθύνεσαι σέ νέους άνθρώπους καί τούς έρωτάς: «γιατί παιδί μου παίρνεις ναρκωτι­κά;» καί σου άπαντούν: «πέστε μου σεις για­τί νά μήν πάρω; Δέν έλπίζω τίποτα, δέν περι­μένω τίποτα, ή μόνη μου χαρά είναι όταν τρυπάω τήν ένεση καί ταξιδεύω»· ή όταν έπισημαίνεις σέ ένα νέο άνθρωπο ότι παίρνοντας ναρκωτικά θά πεθάνει καί έκείνος σου άπαντά μέ ένα τραγικό χαμόγελο: «σεις δέν καταλαβαίνετε ότι έγώ παίρνω ναρκωτι­κά γιά νά ζήσω», τότε άντιλαμβάνεσαι πόσο άπίστευτα άληθινά καί πόσο τραγικά επίκαιρα είναι τά παραπάνω λόγια. Αντί λοιπόν γιά νόημα ζωής κυνηγήσαμε τήν εύμάρεια, τήν καλοπέραση, τήν οικονομική ισχύ. Όταν όμως δέν ύπάρχει άλλο όραμα ζωής πέρα άπό τήν κατανάλωση, όταν ή οικονο­μική δύναμη καί ή έπίδειξή της γίνεται ό μόνος τρόπος κοινωνικής καταξίωσης, τότε ή διαφθορά είναι ό μόνος δρόμος ζωής, διότι διαφορετικά, άν δέν είσαι διεφθαρμένο, είσαι άνόητος. Έτσι σκέφθηκαν καί έπρα­ξαν πολλοί, έτσι φθάσαμε στη διαφθορά καί τής έξουσίας, άλλά καί μέρους του λαού μας. Τό ερώτημα - δίλημμα του Ντοστογιέφ­σκι «ελευθερία ή ευτυχία;» τό ζούμε πλέον σέ όλη του τήν τραγικότητα. Διαλέξαμε μιά πλαστή εύμάρεια καί χάσαμε τήν έλευθερία του προσώπου μας, χάσαμε τήν έλευθερία τής χώρας μας. Σήμερα ό άνθρωπος δικαίως ίσως τρέμει μήπως μειωθεί τό είσόδημά του, άλλά δέν άνησυχεί τό ίδιο γιά τό έλλειμμα παιδείας πού άφορα στά παιδιά του καί δέν άγωνιά γιά τά παιδιά πού σβήνουν μέσα στις ποικίλες έξαρτήσεις, δέν άγωνιά γιά τόν εύτελισμό του άνθρώπινου προσώπου. Αύτή λοιπόν είναι ή ούσία τής άληθινής κρίσης καί ή πηγή τής οίκονομικής κρίσης τήν όποία τόσο άνελέητα έκμεταλλεύονται οι σύγχρονοι «έμποροι των Εθνών».
Στήν Σύνοδο τής Ίεραρχίας έμείς, οί πνευματικοί σας πατέρες, κάναμε τήν αύτοκρίτική μας, θελήσαμε να άναμετρηθούμε μέ τίς εύθύνες μας καί νά άναζητήσουμε μέ τόλμη τό μερίδιο τής ένδεχομένης δικής μας ύπαιτιότητας στήν παρούσα κρίση. Ξέρουμε ότι κάποιες φορές σάς πικράναμε, σάς σκανδα­λίσαμε ίσως. Δεν άντιδράσαμε άμεσα καί καίρια σέ συμπεριφορές πού σάς πλήγω­σαν. Οι έμποροι τής κατεδάφισης τής σχέσης του λαού με τήν ποιμαίνουσα Εκκλησία του έκμεταλλεύτηκαν στό έπακρο καί πραγματι­κά ή κατασκευασμένα σκάνδαλα καί προ­σπάθησαν νά διαρρήξουν τήν έμπιστοσύνη σας στήν Εκκλησία.
θέλουμε νά σάς πούμε ότι ή Εκκλησία έχει τό άντίδοτο τής κατανάλωσης ώς τρόπο ζωής καί αύτό είναι ή άσκηση. Καί έάν ή κα­τανάλωση είναι τό τέλος, γιατί ή ζωή δέν έχει νόημα, ή άσκηση είναι δρόμος, γιατί οδηγεί σέ ζωή μέ νόημα. Ή άσκηση δέν είναι στέρη­ση της άπόλαυσης, άλλά έμπλουτισμός τής ζωής μέ νόημα. Είναι ή προπόνηση του άθλητή πού οδηγεί στόν άγώνα καί στό με­τάλλιο καί αύτό τό μετάλλιο είναι ή ζωή πού νικά τό θάνατο, ή ζωή πού πλουτίζεται μέ τήν άγάπη. Ή άσκηση είναι τότε όδός έλευθερίας, έναντίον τής δουλείας του περιττού. Είναι αύτή ή δουλεία πού σήμερα μάς εύτελίζει.
Μάς προβληματίζει ή κατάσταση τής Παδείας μας, γιατί τό σημερινό έκπαιδευτικό σύστημα άντιμετωπίζει τό μαθητή όχι ώς πρόσωπο άλλά σάν ήλεκτρονικό ύπολογιστή καί τό μόνο πού κάνει είναι νά «τόν φορ­τώνει» μέ ύλη άδιαφορώντας γιά τήν όλη του προσωπικότητα καί γι' αύτό τά παιδιά μας δικαιολογημένα άντιδρούν. Γι' αύτό άγωνιούμε για τό νέο Λύκειο πού ετοιμάζε­ται. Πιστεύουμε ότι όντως τά σχολικά βιβλία γράφονται μέ τήν εύθύνη τής Πολιτείας, άλλά τό περιεχόμενο τους άφορά καί στόν τελευταίο Έλληνα πολίτη, πού περιμένει άπό τήν Εκκλησία του νά μεταφέρει μέ δύ­ναμη τή δική του ταπεινή φωνή.
Αισθανόμαστε ότι όλοι οί ένοριακοί μας ναοί πρέπει νά γίνουν χώροι φιλόξενοι γιά τούς νέους μας, όπως είναι ήδη άρκετοί άπό αύτούς, στούς όποίους πολλά νέα παιδιά καταφεύγουν ζητώντας νόημα καί έλπίδα.
Ξέρουμε ότι ζητάτε άπό έμάς, τούς Ποιμένες σας, μιά Εκκλησία μέ ήρωισμό, μέ νεύρο, μέ λόγο προφητικό, μέ σύγχρονο νε­ανικό λόγο, όχι έκκοσμικευμένη, άλλά άγιαζομένη καί άγιάζουσα, μιά "Εκκλησία έλευθέρα καί ποιμαίνουσα μετά δυνάμεως. Μιά Εκκλησία πού δέν θά φοβάται νά άμυνθεί στό πονηρό σύστημα αύτού του κόσμου, έστω κι άν ή άντίσταση σημαίνει διωγ­μό ή καί μαρτύριο.
Ή Εκκλησία είναι ό μόνος όργανισμός πού μπορεί νά σταθεί άμεσα δίπλα στον άνθρωπο καί νά τόν στηρίξει. Εκκλησία όμως είμαστε όλοι μας καί αύτή είναι ή δύ- ναμή μας καί ή δύναμή της. Τήν ένότητα μεταξύ τών ποιμένων καί του λαού έχουν στό­χο οί έμποροι των λαών γι' αύχό προσπα­θούν νά τήν ναρκοθετήσουν. Ξέρουν ότι άμα θά «πατάξουν» τόν ποιμένα, εύκολα θά σκορπίσουν τά πρόβατα καί θά τά ύποτάξουν. Διδαχθείτε άπό τήν ιστορία ότι όπου ό Θεός πολεμήθηκε τελικός στόχος ήταν ό άνθρωπος καί ό εύτελισμός του. Η ένανθρώπιση του Θεού είναι μεγαλύτερη κατα­ξίωση του άνθρώπινου προσώπου. Ή Εκ­κλησία δέν άντιμάχεται τήν Πολιτεία, άλλά έκείνους πού έκμεταλλευόμενοι τήν Πολι­τεία καί κρυμμένοι πίσω άπό τήν έξουσία έπιχειρούν νά σάς στερήσουν τήν έλπίδα. Νά θυμάσθε ότι για πολλούς οίκονομολό- γους ή παρούσα κρίση είναι κατασκευασμέ­νη, είναι μιά κρίση - έργαλείο πού άποβλέπει στόν παγκόσμιο έλεγχο άπό δυνάμεις πού δέν είναι φιλάνθρωπες.
Η Εκκλησία του Χριστού έχει λόγο γιά τήν σημερινή κρίσιμη κατάσταση, διότι δέν έπα­ψε νά άποτελεί σάρκα του κόσμου, μέρος τής Ίστορίας. Δέν μπορεί νά άνέχεται κανενός είδους άδικία, άλλά οφείλει νά δείχνει έτοιμότητα γιά μαρτυρία καί μαρτύριο. Γνω­ρίζουμε ότι οί άνθρωποι δίπλα μας πεινούν, βρίσκονται σέ ένδεια, άσφυκτιούν οικονομι­κά, η άπελπισία πολλές φορές κυριεύει τήν καρδιά τους. Τό γνωρίζουμε γιατί πρώτος σταθμός τους στήν άναζήτηση έλπίδας είναι ό Ναός τής περιοχής τους, ή ένορία τους. Στόχος καί άγώνας μας είναι ή κάθε ένορία νά γίνει τό κέντρο άπ' όπου όλη ή ποιμαντι­κή δραστηριότητα τής τοπικής Έκκλησίας θά άγκαλιάσει όλη τήν τοπική κοινωνία.
Άπόφασή μας είναι νά δημιουργήσουμε ένα παρατηρητήριο κοινωνικών προβλημά­των προκειμένου νά παρακολουθήσουμε άπό κοντά καί νά άντιμετωπίσουμε μέ τρόπο μεθοδικό τά προβλήματα πού δημιουργεί ή παρούσα κρίση. Στόχος μας είναι νά άναπτύξουμε τό προνοιακό έργο της κάθε ένορίας ώστε νά μήν ύπάρχει ούτε ένας άνθρωπος πού νά μήν έχει ένα πιάτο φαγητό. Γνωρίζετε καί σεις ότι στό σημείο αύτό ή Εκκλησία έπιτελεί τεράστιο έργο. Τό γνωρίζετε, γιατί πολ­λοί άπό σάς αύτή τήν προσπάθεια τής ένορίας σας τήν στηρίζετε εθελοντικά καί τήν ένισχύετε οικονομικά. Σάς καλούμε νά πλαισιώσετε ό καθένας καί ή καθεμιά τήν ένορία σας γιά νά άντιμετωπίσουμε άπό κοινού τίς δύσκολες αύτές ώρες.
Ό λαός μας πέρασε καί άλλοτε καί φτώ­χεια καί πείνα, άλλά άντεξε καί νίκησε γιατί τότε είχε οράματα. Όλοι μαζί μπορούμε νά βοηθήσουμε τόν ένα καί ό ένας τούς πολλούς. Ό Θεός δέν μάς έδωσε πνεύμα δειλίας, άλλά δυνάμεως καί άγάπης. Μέ αύτό τό πνεύμα, συσπειρωμένοι γύρω άπό τήν μεγάλη μας οικογένεια, τήν Εκκλησία, έπισημαίνοντας τά λάθη μας, άναζητώντας νόημα ζωής στήν άγάπη, θά βγούμε άπό αύτή τή δύσκολη ώρα.

Η ΙΕΡΑΡΧΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
ΠΗΓΗ:   http://www.ardin.gr/node/3979

Δευτέρα 27 Δεκεμβρίου 2010

Γιανναράς Χρήστος - Οι ανέορτοι διαχειριστές της Γιορτής


Link to Χρῆστος ΓιανναρᾶςΗ θρησκειοποίηση του εκκλησιαστικού γεγονότος μοιάζει να κυριαρχεί στον ελληνικό χώρο σήμερα. Να θυμίσω: η θρησκεία είναι γέννημα της ατομοκεντρικής φύσης του ανθρώπου, ανάγκη ορμέμφυτη, ενστικτώδης. Γεννάει την ανάγκη ο πανικός μπροστά στο αίνιγμα του θανάτου, η αοπλία του ανθρώπου απέναντι στο «κακό»: στην αδικία, στο μίσος, στην ιδιοτέλεια του «άλλου», στην αρρώστια, στη φθορά, στον κίνδυνο. Κακεντρεχής, ίσως, όμως αποκαλυπτική η παρατήρηση ότι «μέσα σε ένα αεροπλάνο που μπαίνει σε ζώνη αναταράξεων, δεν υπάρχει κανένας άθεος»!

Η Εκκλησία εμφανίστηκε στην Ιστορία ως άρνηση των όρων της ορμέμφυτης αναγκαιότητας, στους αντίποδες της θρησκείας. Δεν είναι θωράκιση του εγώ, είναι «κοινόν άθλημα», μετοχή σε αγώνισμα αλλαγής του «τρόπου της ύπαρξης». Οχι αλλαγής της συμπεριφοράς και ηθικοποίησης του χαρακτήρα, στόχος είναι να αλλάξει ο τρόπος που υπάρχει ο άνθρωπος.

Η λέξη είχε χρησιμοποιηθεί από τους Ελληνες για να δηλώσει τον «δήμο» ως «πόλη»: τη μετάβαση από την «κοινωνίαν της χρείας» στην «κοινωνίαν του αληθούς». Η Εκκλησία του Δήμου δεν ήταν απλώς μια συνέλευση για ανταλλαγή γνωμών και απόψεων, ήταν πριν από κάθε τι άλλο, γεγονός πραγμάτωσης και φανέρωσης της «πόλεως», ενός άλλου τρόπου ύπαρξης και συνύπαρξης:

Ολόκληρο το άρθρο ...

Οι ανέορτοι διαχειριστές της Γιορτής
Posted: 24 Dec 2010 11:18 AM PST
Η θρησκειοποίηση του εκκλησιαστικού γεγονότος


Τετάρτη 1 Δεκεμβρίου 2010

Μεταλληνος Γεώργιος (π.)- Εκκλησία και Εξουσία,

Από το περιοδικό «ΡΕΣΑΛΤΟ», τεύχος-2, Ιανουάριος 2006



1. Στην Εκκλησία, ως Σώμα Χριστού, αναγνωρίζεται ο θεόσδοτος χαρακτήρας της εξουσίας, «ίνα μη ο κόσμος εις ακοσμίαν εμπέση» (Ισίδωρος Πηλουσιώτης, 5ος αι. Ε.Π. 78, 657), ελέγχεται όμως συχνά η πτωτική κατανόηση και χρήση της. Γι’ αυτό υπογραμμίζεται η σχετικότητα και ο πνευματικός της χαραχτήρας για την Εκκλησία (πρβλ. Α’ Κορ. 9, 12. Β’ Κορ. 10, 8. Β’ Θεσσ. 3, 9 κ.α.).

Στην Κ.Δ. φανερώνεται, εξ άλλου, η δαιμονικότητα της εξουσίας του κόσμου (πρβλ. το διάλογο του Χριστού με τον Πιλάτο – Ιωάν. 18, 28 ε.) και προβάλλεται ο διακονικός και απελευθερωτικός χαραχτήρας της «εξουσίας» του Χριστού (Ματθ. 10, 1 και παράλλ., 28, 18 κ.ά.).

Παράλληλα, γίνεται δεκτός ο πρωτογενής χαρακτήρας της πολιτικής εξουσίας (Ρωμ. 13), ενώ δια του Χριστού καθορίζεται και η στάση απέναντί της με το γνωστό λόγιο «απόδοτε τα καίσαρος καίσαρι κα τα του θεού τω θεώ» (Ματθ. 22,21), που δείχνει την ιεράρχηση των δύο εξουσιών και τη διαφοροποίησή τους, αφού, αν το νόμιμο ανήκει στον καίσαρα, ο άνθρωπος ως εικόνα του Θεού ανήκει ολόκληρος στο Θεό, ως νόμισμα όχι αυτοκρατορικό, αλλά θείο.

Η αποστολική πράξη –τέλος- εγκαινιάζει και τη δυνατότητα αντιστάσεως (ή έστω αρνήσεως υποταγής) στη δαιμονοποιημένη εξουσία («πειθαρχείν δει Θεώ μάλλον ή ανθρώποις», Πραξ. 5, 29).

2. Η πατερική ποιμαντική αντιμετωπίζει το πρόβλημα της εξουσίας, αλλ’ ως «ιατρείου πνευματικού» -θεραπευτηρίου δηλαδή της ανθρώπινης υπάρξεως- για την υπέρβαση των θρησκευτικών σχέσεων και τη μεταμόρφωση του ανθρώπου σε «ναό Θεού».

Μόνο πατερικά η Εκκλησία διασώζει το σκοπό της, που είναι η πρόσληψη σύνολης της ζωής του ανθρώπου και του κόσμου για τη μεταμόρφωσή της σε ευχαριστία και κοινωνία.

Η Εκκλησία ως «σαγήνη» (Ματθ. 13, 47) ή «αγρός» (13, 20) προσλαμβάνει όλο το φάσμα της ανθρώπινης ζωής (θεσμούς, οργάνωση της κοινωνίας, πολιτική), για να τα εκκλησιοποιήσει, να τα νοηματοδοτήσει εν Χριστώ, εγκεντρίζοντάς τα στο κυριακό σώμα.

Αυτό εκφράζει πανηγυρικά ο μεγάλος εκκλησιαστικός ποιητής Ρωμανός ο Μελωδός (6ος αι.), μεταπλάθοντας το «μαθητεύσατε πάντα τα έθνη» του Ματθαίου (18,19) σε : «μαθητεύσατε έθνη και βασιλείας», που σημαίνει: εκκλησιοποιήσατε τα έθνη με όλη την πολιτειακή δομή τους.

Στο εκκλησιαστικό σώμα ενεργοποιείται μια ιδιότυπη εξουσία, διαμορφούμενη στα όρια της ευχαριστιακής σύναξης και ασκούμενη μέσω του μυστηρίου της ιερωσύνης.

Η «ιεραρχημένη πολλαπλότητα», της εν Χριστώ κοινωνίας αποτρέπει την απολυτοποίησή της, αφού όλων των δομών του εκκλησιαστικού σώματος υπέρκειται η σύνοδος. Όπως επεσήμανε δε ήδη ο μεγάλος ιστορικός Henry Gregoire, η Ορθόδοξη Εκκλησία διετήρησε τον δημοκρατικότερο τρόπο υπάρξεως, επιτυγχάνοντας μέσω του επισκοπικού συστήματος τη μεγαλύτερη δυνατή αποκέντρωση και μέσω της συνοδικότητας τη δυνατότητα συλλογικής εκφράσεως.

Όταν σώζεται η πατερικότητα, η εκκλησιαστική εξουσία παραμένει πνευματική και αυτό εκφράζει ένας λόγος του ιερού Χρυσοστόμου (Ε.Π. 61, 527), για να ελέγξει ασφαλώς υπερβάσεις και καταχρήσεις, όχι ασυνήθεις στην πτωτικότητά μας: «Ουκ έστιν (στην Εκκλησία) αρχόντων τύφος, ουδέ αρχομένων δουλοπρέπεια, αλλ’ αρχή πνευματική, τούτω μάλιστα πλεονεκτούσα, τω το πλέον των πόνων, ου τω τας τιμάς πλείους επιζητείν». Και αυτό, διότι «… πρόβατα και ποιμένες προς την ανθρωπίνην εισί διαίρεσιν, προς δε τον Χριστόν πάντες πρόβατα» (Ε.Π. 52, 784). Όλο το σώμα δεν είμεθα παρά πρόβατα του μόνου αληθινού Ποιμένος, του Χριστού, και «σύνδουλοι» ενώπιόν Του (Ματθ. 18,33).

Ο ρόλος της εκκλησιαστικής εξουσίας είναι όχι τιμωρητικός, αλλά θεραπευτικός (από τη νόσο της αμαρτίας), προληπτικός, φιλάνθρωπος και διακονητικός. Σε τελευταία ανάλυση και αυτή η πολιτική εξουσία, στην αυθεντική εκκλησιαστική παράδοση, έχει διακονικό-υπηρετικό χαραχτήρα (υπουργός=διάκονος).

Η ενεργός, εξ άλλου, παρουσία της Εκκλησίας στον κοινωνικό χώρο, κατά την ορθόδοξη παράδοση, δεν συνιστά υπέρβαση ορίων, αφού η Εκκλησία δεν νοείται ως «ιερατείο», αλλά ως σώμα και πλήρωμα ζωής, ενώ η κοινωνία σύνολη είναι ο χώρος της μαρτυρίας του ευαγγελισμού της. Και σ’ αυτό ανταποκρίνεται, ήδη από τους πρώτους αιώνες, ο λαός που αποδέχεται θετικά την εκκλησιαστική διακονία. Είναι σαφής εδώ η διαπίστωση του Στ. Ράνσιμαν, ότι στο Βυζάντιο και το Μεταβυζάντιο, ουδέποτε υπήρξε χάσμα ανάμεσα στο λαό και τον παπά του.

Δίκαια, βέβαια, ο καθηγητής Σ. Αγουρίδης έχει επισημάνει («Ορθόδοξη Ελληνική Εκκλησία και κοινωνία σήμερα») ότι πάντα ελλοχεύει ο κίνδυνος «από τάσεις προς απόκτηση υπερ-εξουσιών και από ψευδο-πνευματικές φαντασιώσεις». Γι’ αυτό μαζί με την αυθεντικότητα συμπορεύεται και μια παθολογία της εκκλησιαστικής εξουσίας, που καταντά κακέκτυπη αντιγραφή της κοσμικής εξουσίας.

Εδώ εντοπίζεται το πρόβλημα της εκκοσμικεύσεως και θεσμοποιήσεως της Εκκλησίας, που συμπορεύονται ιστορικά. Σε κάποιες εκφράσεις και πραγματώσεις του ο Χριστιανισμός, στα πρόσωπα των φορέων του φυσικά, ιδεολογικοποιείται και θρησκειοποιείται. Με την επικράτηση της «μυστηριολογικής ευσέβειας» ο επίσκοπος γίνεται ένα είδος αρχιερέα της κρατικής θρησκείας (π.χ. από τον δ΄ αι.: “Das Konstantinische Zeitalter”), η συγκεντρούμενη δε στα χέρια των επισκόπων δύναμη γίνεται συχνά εξουσιαστική και ανταγωνιστική προς εκείνη της Πολιτείας.

Βέβαια, πρέπει να λεχθεί, ότι το πρόβλημα εδώ δεν είναι η πολιτική θεσμοποίηση της Εκκλησίας, αλλ’ η απώλεια του σκοπού υπάρξεώς της. Τότε η προτεραιότητα των επιλογών μετατοπίζεται από το υπερβατικό στις ενδοκοσμικές σκοπιμότητες, για τις οποίες χρησιμοποιείται η κοσμική εξουσία.

Η θεσμοποίηση της εκκοσμικεύσεως συνέβη καθολικά στη Δύση και μερικά στην Ανατολή, κυρίως από τον 19ο αιώνα, μολονότι στην «καθ’ ημάς ανατολή» οι ιστορικές συνθήκες δεν επέτρεψαν ποτέ την κρατικοποίηση της Εκκλησίας, αλλ’ αντίθετα την πολιτειοκρατία προτεσταντικού τύπου δια των Βαυαρών και του πραξικοπηματικού αυτοκεφάλου του 1833. Όπου, μάλιστα, η Εκκλησία ως ιεραρχία, αποβαίνει εξουσιαστική δύναμη, όπως στον Παπισμό, βρίσκεται συνεχώς σε μιαν αντιπαλότητα προς την πολιτική εξουσία.

Ορθά δε επισημαίνει ο καθηγ. Χρ. Γιανναράς (Αλήθεια και ενότητα της Εκκλησίας, 1977, σ. 137), ότι η επιδίωξη επιβολής των «χριστιανικών αρχών» για την ηθικοποίηση της κοινωνίας είναι η πρώτη ιστορικά έκφραση ολοκληρωτισμού, που οδηγεί νομοτελειακά στη δογματοποίηση (προσοχή: αυτό σημαίνει απόδοση σωτηριολογικού χαρακτήρα) της “Plenitudo Potestatis” και της αλάθητης ηγεσίας.

Παρόμοιες τάσεις δεν λείπουν, βέβαια, και στην Ανατολή, αλλά έμειναν ευτυχώς «τάσεις», απορριπτόμενες ως πλάνη και αντιχριστιανικότητα.

Ο μοναχισμός, μάλιστα, ήδη από τον 4ο αιώνα, παραμένει ιδιαίτερα στην Ανατολή, έμπρακτη δυναμική διαμαρτυρία στην εκκοσμίκευση και αγώνας μόνιμος για τη συνέχεια του εκκλησιαστικού τρόπου υπάρξεως, της διακονικής δηλαδή μαρτυρίας της Εκκλησίας στον κόσμο.

Οι κανόνες, επίσης, της συνοδικής παραδόσεως αναδιαγράφουν συνεχώς τα όρια και την ποιότητα της εκκλησιαστικής μαρτυρίας, ώστε κάθε παρέκβαση να κρίνεται αυτόματα ως αντιεκκλησιαστική, δηλαδή αντιχριστιανική.

3. Οξύ όμως είναι και το πρόβλημα της αντιμετωπίσεως εκκλησιαστικά της δαιμονικής επάρσεως της κοσμικής εξουσίας, με τον απόλυτό της μάλιστα συχνά χαραχτήρα. Ο χριστιανός έχει συνείδηση, ότι δεν είναι απλά πολίτης του κόσμου, αλλά της ουράνιας βασιλείας. Το «πολίτευμά» του είναι «εν ουρανοίς» (Φιλιππ. 3, 20). Η διαχρονική επιβίωση αυτής της συνειδήσεως διακριβώνεται στον άγιο Κοσμά τον Αιτωλό (18ος αι.) στην αναφορά του στην «διπλή πατρίδα», τη «γήϊνη και ματαία» εδώ στη γη και την αιώνια «εν ουρανοίς». Ήδη τον β’ αι. ομολογείται (Προς Διόγνητον 5, 10), ότι «οι χριστιανοί πείθονται τοις κειμένοις νόμοις και (=αλλά) τοις ιδίοις βίοις νικώσι τους νόμους».

Η νομιμοφροσύνη, συνεπώς, του Χριστιανού δεν είναι καρπός της επιβολής της πολιτειακής εξουσίας, αλλά της ενοικούσης σ’ αυτόν χάριτος. Ως πολίτης της ουράνιας βασιλείας ο Χριστιανός είναι ελεύθερος από την κοσμική εξουσία, διότι η υποταγή του σ’ αυτήν, «εν οις εντολή Θεού μη εμποδίζηται» (Μ. Βασίλειος, Ε.Π. 31, 861), είναι σχετική και πρόσκαιρη, όπως αποδεικνύει διαιώνια το μαρτύριο, ως αντίσταση στην πολιτική τυραννία.

Ακόμη όμως σημαντικότερο είναι το πρόβλημα του εναγκαλισμού της Εκκλησίας με την πολιτειακή εξουσία, έστω και αν η τελευταία εμφανίζεται ως ορθόδοξη, όπως συνέβη σε μας από τον 19ο αιώνα.

Είναι γνωστά τα προβλήματα, που προκάλεσε ο όρος «επικρατούσα θρησκεία» (μεταφορά από τα Επτάνησα και μετάφραση των δυτικών Established Church, Chiesa Dominante). Η βαυαρική επιβολή του Staatskirchentum –όχι χωρίς αντίσταση φυσικά- οδηγεί στον εφοδιασμό της εκκλησιαστικής Ιεραρχίας (ας θυμηθούμε τον εντελώς αντορθόδοξο θεσμό της «αριστίνδην συνόδου», που εμφανίζεται σε κάθε ανώμαλη περίοδο του πολιτικού μας βίου), με εξουσίες, απλώς για την εξυπηρέτηση της Πολιτείας, οπότε στην ουσία λειτουργεί ως δέσμιά της (πρβλ. τα Ευαγγελικά, το ανάθεμα κατά του Βενιζέλου, την αποδοχή του νέου ημερολογίου κλπ.).

Ακόμη και στην περίπτωση του «χωρισμού» Εκκλησίας-Πολιτείας, η πολιτειοκρατία μπορεί να αποβεί ακόμη σκληρότερη και εξουθενωτικότερη, με τις ανοικτές πλέον πιέσεις της προς μια ανίσχυρη πια Ορθοδοξία.

4. Μόνο στην περίπτωση της ορθά (δηλαδή κατά τους ιερούς και τους πολιτειακούς κανόνες) λειτουργούσας συναλληλίας ή συμφωνίας (κατά το γράμμα και το πνεύμα του κρατούντος Συντάγματός μας) ο εκκλησιαστικός χώρος διακονεί το λαό και όχι το κράτος, συνεργαζόμενος όμως μαζί του (άρθρο 2 του Καταστ. Χάρτη της Εκκλησίας, 1975).

Εκκλησία και Πολιτεία στην ελληνορθόδοξη πολιτισμική παράδοση διακονούν τον ίδιο λαό, κάθε πλευρά με τον δικό της τρόπο. Η συναλληλία ως το μόνο σύμφωνο με την παράδοσή μας σύστημα σχέσεων, η τυχόν ανατροπή του οποίου θα επιφέρει καταστροφικές ρήξεις, συνιστά αλληλοπεριχώρηση των δύο πλευρών για τη διακονία του ίδιου λαού.

Μη λησμονούμε, εξ άλλου, ότι υπερβάσεις στη χρήση της εξουσίας στη δική μας παράδοση γίνονται κατά κανόνα από την πλευρά της Πολιτείας, που αυτονοηματοδοτείται μεταφυσικά. Στις περιπτώσεις αυτές συνήθως συντελείται καπήλευση της θρησκευτικής πίστεως για την επιβολή καισαροπαπισμού εν ονόματι του Θεού. Ο Εκκλησιαστικός χώρος στις περιπτώσεις αυτές εφαρμόζει μια διπλή στάση, που καθορίσθηκε προγραμματικά από τον Ευσέβιο Καισαρείας και Μ. Αθανάσιο (δ΄ αι.) και φθάνει ως σήμερα.

Η άρση της δυσλειτουργίας δεν επιτυγχάνεται με εισαγόμενες λύσεις, αλλά με την επανεκκλησιοποίηση (για τη δυτικίζουσα από τον 19ο αι. Πολιτεία μας: αναπαλαίωση) των νοοτροπιών.

Μια επιβαλλόμενη ενιαιοποίηση θα ισοπεδώσει τις πολιτισμικές παραδόσεις των μικρών λαών (εθνών), όπως έλεγε ο δάσκαλός μου στην Κολωνία Berthold Rubin (βυζαντινολόγος).

Μη λησμονούμε δε, ότι, αν «πολιτικά ανήκομεν εις την Δύσιν», πνευματικά ανήκομεν στην Ορθόδοξη Ανατολή και κάθε αλλαγή δεν μπορεί να γίνει ερήμην των άλλων Ορθοδόξων αδελφών μας και εις βάρος της Πανοθροδόξου ενότητας. Τη βούλησή του, άλλωστε, στο πρόβλημα αυτό έχει εκφράσει επανειλημμένα ο λαός μας με τις κατά καιρούς σφυγμομετρήσεις και κατ’ εξοχήν με τη στάση του στον «πολιτικό γάμο».

Η διατήρηση του συντάγματος, ως έχει, στα άρθρα 3 και 13, διακρατεί μεν την εθνική ταυτότητά μας, αλλά και λύει το πρόβλημα των αληθινών (και όχι κατασκευαζομένων) θρησκευτικών μειονοτήτων της χώρας μας. Η παρουσία δε της ελληνορθόδοξης παραδόσεως στα όρια της Ενωμένης Ευρώπης, ως μόνιμη υπόμνηση του ευρωπαϊκού παρελθόντος, θα βοηθεί την αξιολόγηση και αξιοποίηση των σχέσεων Εκκλησίας-Πολιτείας και στον ευρωπαϊκό χώρο, στα όρια της πλουραλιστικής αντιδόσεως και όχι μιας (επιδιωκόμενης από κάποιους) μονοδρομικής «μετακενώσεως».

Ο σεβασμός, λοιπόν, των «διακριτών ρόλων» Πολιτείας και Εκκλησίας, με βάση το Νόμο 590/1977, που είναι Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας μας, συμβάλλει στην αποφυγή άκαιρων αναστατώσεων και, προπάντων, διάσπασης της ενότητας του εθνικού σώματος, ιδιαίτερα αναγκαίας στην εποχή μας.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΚΑΙ ΕΔΩ:

Τετάρτη 27 Οκτωβρίου 2010

"Κάρτα του Πολίτη"


Πηγή: ΡΕΣΑΛΤΟ Κυριακή, 24 Οκτωβρίου 2010
 http://resaltomag.blogspot.com/2010/10/blog-post_1464.html 
 
Δύο ακόμα αστυνομικοί που υπηρετούν στη Θεσσαλονίκη σύμφωνα με δημοσίευμα του ethnos.gr έχουν αρνηθεί και αυτοί να παραλάβουν τις νέες υπηρεσιακές ταυτότητες για θρησκευτικούς λόγους ακολουθώντας το παράδειγμα του συναδέλφου τους και αναμένουν να κινηθεί πειθαρχική δίωξη εναντίον τους, ενώ ένας τρίτος αποχώρησε οικειοθελώς από την ΕΛ.ΑΣ. πριν από έναν μήνα, υποστηρίζοντας πως το έκανε «για να μην υποστώ όσα υπέστη ο συνάδελφος στην Αθήνα, που παραπέμπεται με το ερώτημα της απόταξης για τον ίδιο λόγο»,είπε....

Ο απόστρατος πλέον Αναστάσιος Θεοδωρίδης που βλεπετε στο βιντεο
http://www.youtube.com/watch?v=sEH8Jn8mwcA που υπηρετούσε στο αστυνομικό τμήμα Σταυρούπολης Θεσσαλονίκης, είναι ιδρυτής και πρόεδρος του Ορθόδοξου Αγωνιζόμενου Συλλόγου «Αγιος Βασίλειος», που έχει πρωτοστατήσει στον «πόλεμο» κατά των ηλεκτρονικών ταυτοτήτων με barcode, ταυτίζοντάς το με τον αριθμό 666 του Αντίχριστου. «Είμαστε βαπτισμένοι στο όνομα της Αγίας Τριάδας με όνομα και επίθετο και δεν είναι δυνατό να περιθωριοποιείται το όνομά μας, ούτε να αριθμοποιηθούμε και να υπάρχουν στην ταυτότητά μας κρυπτογραφημένα σύμβολα που δεν είναι ορατά διά του οφθαλμού», είπε στο «Εθνος» υποστηρίζοντας πως οι ίδιοι οι κατασκευαστές ηλεκτρονικών καρτών έχουν συνδέσει το barcode με τον αριθμό 666.

Οι δύο αστυφύλακες, που υπηρετούν στο Αστυνομικό Τμήμα Λευκού Πύργου και έχουν επίσης αρνηθεί να παραλάβουν τις ταυτότητες, είναι μέλη του ίδιου συλλόγου. «Είναι άνθρωποι οικογενειάρχες, με παιδιά, από λαϊκές οικογένειες και θρησκευόμενοι. Υπηρετούν στην ΕΛ.ΑΣ. 10 και 11 χρόνια. Δεν έχει κινηθεί ακόμα πειθαρχική διαδικασία εναντίον τους αλλά περιμένουν τη σειρά τους», είπε ο κ. Θεοδωρίδης, ο οποίος γνώριζε για την πειθαρχική δίωξη του συναδέλφου του στην Αθήνα, με 19 χρόνια υπηρεσίας, που παραπέμφθηκε με το ερώτημα της απόταξης.

Η Ενωση Αστυνομικών Υπαλλήλων Θεσσαλονίκης απέστειλε ερώτημα στο Αρχηγείο της ΕΛ.ΑΣ. για το θέμα, ύστερα από επιφυλάξεις πολλών μελών της.

«Πολλοί συνάδελφοι ανησυχούσαν για προσβολή των θρησκευτικών τους πεποιθήσεων και ρωτήσαμε υπηρεσιακά. Πήραμε την απάντηση ότι έχει μόνο "ένα μαγνητάκι για την αναγνώριση του κατόχου!" και δεν έχει καμία σχέση με αυτές τις ανησυχίες», είπε στο «Εθνος» ο γενικός γραμματέας της Ενωσης, Θ. Παπαδάκης.- Ωραία απάντηση ομολογουμένως!

Η επιβολή πάντως της σατανικής «κάρτας του πολίτη», έχει ξεκινήσει ήδη από τα Σώματα Ασφαλείας και τις Ένοπλες Δυνάμεις όπου τα περθώρια αντίδρασης είναι μικρά.Κι όλα αυτά γίνονται σε συνεργασία με καριερίστες ένστολους, οι οποίοι απλά συντάσσονται με αποφάσεις παράνομες και αντισυνταγματικές.Η «κάρτα του πολίτη», που από το τέλος του 2011 θα αντικαταστήσει τα δελτία ταυτότητας και σύμφωνα με τις μέχρι τώρα προθέσεις της Πολιτείας υποχρεωτική(ενσωματώνοντας πολύ περισσότερες πληροφορίες...) φέρει μαγνητική ταινία που περιέχει απόρρητα στοιχεία του κατόχου της, στοιχεία όμως που αυτός δεν ξέρει ότι περιέχονται στην επίμαχη «κάρτα». Η τελευταία, ήδη αναγνωρίζεται από τα μηχανήματα στο αεροδρόμιο.

Ζούμε δυστυχώς εν μέσω μιάς πρωτοφανής κρίσης σε μια χώρα όπου οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί πλέον διώκονται και επίσημα. Κάποιοι θέλουν να μας οδηγήσουν μάλλον σε κατακόμβες και πάλι.Όσοι δεν υποκύπτουν στα κελεύσματα του συστήματος, διώκονται και περιθωριοποιούνται μέχρι εξόντωσης.

Η επίσημη Εκκλησία πρέπει να λάβει θέση άμμεσα,πάντως μέχρι τότε όλοι μας οφείλουμε να αντισταθούμε και να προβαίνουμε κάθε μέρα ηχηρά σε ομολογία πίστεως ενημερώνοντας όσους μπορούμε.Και θα βγούμε νικητές,ήδη η αρχή έγινε,απο Ορθόδοξα παλλικάρια της Ελληνικής Αστυνομίας και αν κάποιοι ελπίζουν οτι εδώ θα σταματήσει η αντίσταση και όλοι θα συμμορφωθούν στο μεγάλο Σατανικό αφεντικό της Νέας Παγκόσμιας τάξης τους περιμένουν πολλές εκπλήξεις διότι αυτή η χώρα είναι χώρα ηρώων Αγίων και Μαρτύρων ποτισμένη απο το αίμα ανθρώπων που πάλεψαν για την Πίστη και τη ν Ελευθερία και θα συνεχίσει να είναι ΕΛΛΗΝΙΚΗ και ΟΡΘΟΔΟΞΗ.

Τέλος εκφράζουμε την συμπαράσταση μας στους εν διωγμώ Ορθόδοξους αδερφούς μας αστυνομικούς διαμαρτυρόμαστε εντονότατα προς την ηγεσία της ΕΛ.ΑΣ. ζητώντας άμμεση ανάκληση αυτών των αντισυνταγματικών και αντιχριστιανικών αποφάσεων ενώ θα παρακολουθούμε στενά το θέμα διότι κατα την διαίσθηση μας προβλέπονται εξελίξεις και κινητοποιήσεις...